Υπάρχει θεραπεία για τη ΔΕΠΥ;
Το πρώτο και πιο σημαντικό βήμα για τη διαχείριση της Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (Attention-Deficit Hyperactivity Disorder – ADHD) είναι η αναγνώριση και η αποδοχή της διαταραχής με τη βοήθεια εξειδικευμένων επιστημόνων. Προτείνεται η αξιοποίηση του τεστ ΔΕΠΥ το οποίο χρησιμοποιείται για τη διάγνωση και τη μείωση των συμπτωμάτων. Ταυτόχρονα, η πλήρης ενημέρωση τόσο του παιδιού όσο και του ευρύτερου περιβάλλοντός του για τα χαρακτηριστικά της ΔΕΠΥ βοηθά στην αποτελεσματικότερη διαχείρισή της.
Επιπλέον, η φαρμακευτική αγωγή αποτελεί μία από τις πιο αποτελεσματικές μεθόδους αντιμετώπισης της ΔΕΠΥ, καθώς βοηθά το άτομο να εστιάζει την προσοχή του και να οργανώνει τις αρμοδιότητές του. Επίσης, η συμπεριφορική θεραπεία λειτουργεί συμπληρωματικά. Συνεισφέρει στην ενίσχυση της αυτοπεποίθησης και στην αποδοχή των αδυναμιών, αφού τίθενται ρεαλιστικοί στόχοι και επαναπροσδιορίζονται λανθασμένες αντιλήψεις απέναντι στη συγκεκριμένη διαταραχή.
Υπάρχει συγκεκριμένο πρόγραμμα που βοηθά στη διαχείριση της ΔΕΠΥ;
Σε γενικότερο πλαίσιο απαιτείται ένα σφαιρικό εξατομικευμένο πρόγραμμα το οποίο θα έχει ως στόχο την πολύπλευρη διαχείριση των ελλειμμάτων του κάθε παιδιού. Σε ένα τέτοιο πρόγραμμα μπορεί να περιλαμβάνεται συνδυασμός προσεγγίσεων, όπως συμβουλευτική γονέων και παιδιών, ψυχοθεραπεία, φαρμακευτική αντιμετώπιση, ειδική διαπαιδαγώγηση, εργοθεραπεία, υποστηρικτική καθοδήγηση.
Σημαντικός είναι ο ρόλος της αξιοποίησης στρατηγικών ή/και η χρήση σύνθετων οργανωμένων συστημάτων μελέτης, οργάνωσης και διαχείρισης των γνωστικών πηγών των μαθητών. Η στρατηγική αυτή βασίζεται στα εξής:
- στην καλή ανάλυση έργου (βήμα προς βήμα εκτέλεση της στρατηγικής)
- στην υποδειγματική διδασκαλία (μοντελοποίηση)
- στην προσφορά της απαραίτητης αναλυτικής μεταγνωστικής γνώσης
- στην ατομική ή ομαδική πρακτική (Meltzer και συν., 1996)
Καταλήγοντας, η συνειδητοποίηση των συμπτωμάτων της διαταραχής συμβάλλει στην ομαλή διαχείρισή της, καθώς αναγνωρίζονται οι δυσκολίες και αποφεύγονται συγκρούσεις και αντιδραστικές συμπεριφορές. Βέβαια, η κάθε περίπτωση διαφέρει. Επομένως, απαιτείται συχνή επικοινωνία με ειδικούς που θα καθοδηγούν το άτομο με σαφείς οδηγίες και εντολές (Καλαντζή – Αζίζι & Καραδήµας, 2004).
Βιβλιογραφία
Καλαντζή – Αζίζι, Α. & Καραδήµας, Ε.Χ. (2004). Διάσπαση προσοχής και αδυναµία ελέγχου των παρορµήσεων από τον απρόσεκτο µαθητή ως την διαταραχή ελλειµµατικής προσοχής – υπερκινητικότητα. Στο Καλαντζή – Αζίζι, Α. & Ζαφειροπούλου, Μ. (επιµ.). Προσαρµογή στο σχολείο. Πρόληψη και αντιµετώπιση δυσκολιών. Αθήνα: Ελληνικά Γράµµατα.
Meltzer, L. J., Roditi, B. N., Haynes, D. P., Biddle, K. R., & Paster, M. (1996). Strategies for success: Classroom teaching techniques for students with learning problems. Austin, TX: PRO-ED.
Τζιβινίκου, Σ. (2015). Δυσκολίες στα μαθηματικά-διδακτικές παρεμβάσεις. Αθήνα: ΣΕΑΒ